To ζίου ζίτσου είναι μία πολύπλευρη πολεμική τέχνη που, που επιτρέπει στον ασκούμενο να είναι σε θέση να αντεπεξέλθει σε οποιαδήποτε κατάσταση άμυνας ή επίθεσης και γενικά κοντινής μάχης. Κάποιος που γνωρίζει αυτήν την πολεμική τέχνη, είναι ικανός να αντιμετωπίσει πάσης φύσεως αντιπάλους, καθώς και να είναι σε θέση να υπερασπιστεί ένα άλλο άτομο. Περιλαμβάνει γροθιές, λακτίσματα, κλειδώματα, ρίψεις αλλά και έλεγχο του αντιπάλου στο έδαφος αλλά και από όρθια θέση. Επίσης μπορεί να περιλαμβάνει και όπλα. Είναι επίσης γνωστό και ως Γιαβάρα ή Τάι-Τζούτσου (που σημαίνει «σωματική» τέχνη).
Το ζίου ζίτσου ήταν η πολεμική τέχνη που γνώριζαν οι περιβόητοι πολεμιστές της Ιαπωνίας, Σαμουράι, οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν στην Ιαπωνία από τον 12ο αιώνα μέχρι και τον 19ο αιώνα. Σήμερα είναι μια ευρέως διαδεδομένη πολεμική τέχνη, η οποία κερδίζει όλο και περισσότερους οπαδούς.
Η πολεμική τέχνη του Τζου-Τζούτσου, έχει αρκετά παράγωγα όπως το Τζούντο, το Αϊκίντο, βραζιλιάνικο Ζίου-Ζίτσου, το Σάμπο, Μπαρτίτσου κτλ. Όταν αναφερόμαστε στην τέχνη, με το όνομα αυτό, εννοούμε την Ιαπωνική Τέχνη των πολεμιστών Σάμουραϊ και όχι κάποιο άλλο συγγενές στυλ ή άθλήμα.
Πίνακας περιεχομένων
- 1 Ετυμολογία
- 2 Ιστορία
- 3 Τεχνικές
- 4 Κινησιολογία
- 5 Επίπεδα
- 6 Πηγές
Ετυμολογία
Το ζίου ζίτσου σαν λέξη, είναι συνδυασμός της λέξης Τζου, που σημαίνει ευγένεια, απαλότητα καθώς και ευλυγισία-ευκαμψία. Το δεύτερο συνθετικό είναι το Τζούτσου, το οποίο σημαίνει τέχνική, τέχνη αλλά και ικανότητα.
Έτσι αρκετοί ερμηνεύουν την λέξη Τζου-Τζούτσου, ως την ευγενική τέχνη, την τέχνη της απαλότητας, την άοπλη τέχνη της αυτοάμυνας, ή και ως τέχνη και ικανότητα της ευλυγισίας και ευκαμψίας. Αν και οι παραπάνω ερμηνείες δεν είναι λανθασμένες, αποτυγχάνουν να περιγράψουν σε μεγάλο βαθμό τις τεχνικές πτυχές της τέχνης. Για παράδειγμα, την περίοδο Έντο, υπήρχαν σχολές που ενείχαν την φιλοσοφία του χειρισμού της δύναμης μέσω της απαλότητας, αλλά αυτό δεν ήταν καθολικό, διότι κάποιες άλλες σχολές δίδασκαν την τέχνη με τρόπο σκληρό, μέσω της πάλης και της δύναμης.
Επίσης ο όρος άοπλη τέχνη δεν είναι απόλυτα σωστός, διότι κανείς δεν υπαγορεύει πως ο ασκούμενος στην τέχνη αυτή είναι άοπλος, όταν ειδικά η τέχνη αυτή προήλθε από τεχνικές πάλης σε συνεργασία με την χρήση μικρού μήκους όπλων (Γιορόι Κουμιούτσι).
Έτσι από τα παραπάνω, το Τζου-Τζούτσου μπορεί να περιγραφεί ως η μέθοδος κοντινής απόστασης μάχης, είτε άοπλη, είτε με την χρήση μικρών όπλων (ξιφίδια, εγχειρίδια, κρυμμένες λεπίδες κτλ), που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αμυντικούς ή επιθετικούς τρόπους, που αποσκοπούν στην υποταγή, ενός ή περισσοτέρων ενόπλων ή αόπλων αντιπάλων.
Ιστορία
Το Τζου-Τζούτσου προήλθε από την εξέλιξη των τεχνικών πάλης με όπλα των Σάμουραϊ, στα πεδία των μαχών της Ιαπωνίας.
Όταν δύο πολεμιστές Σάμουραϊ έρχονταν σε κοντινή απόσταση ο ένας από τον άλλο, ή χρήση των μακρών όπλων, όπως δόρατα και μεγάλα ξίφη, γινόταν δύσκολη. Σε αυτή τη φάση της μάχης, προσπαθούσαν μέσω αρπαγών και ωθήσεων να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τα ξιφίδια τους. Έτσι γεννήθηκε ή πρώτη μορφή του Τζου-Τζούτσου, που ονομάζεται Γιορόι Κουμιούτσι (πάλη με πανόπλία, ένοπλη ή μη).Ένας παράγοντας που επηρέασε την Κλίση της τέχνης αυτής στην πάλη, ήταν οι πανοπλίες που έφεραν πάντα στη μάχη οι Σάμουραϊ, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του σώματος ήταν προστατευόμενο από αυτές, τα χτυπήματα δεν ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά. Πάντως ακόμα και σε αυτό το στάδιο, χρησιμοποιούνταν τεχνικές χτυπημάτων.
Οι τεχνικές διδάσκονταν συνήθως από έναν βετεράνο, που είχε μεγάλη πείρα στα πεδία των μαχών, στους νεότερους πολεμιστές. Έτσι η διδασκαλία αποσκοπούσε αποκλειστικά στο να καταρτίσει τους νεότερους Σάμουραϊ, με αποτελεσματικές τεχνικές που ήδη είχαν εφαρμοστεί σε μάχες.
Με το πέρασμα του χρόνου, άρχισαν να συστηματοποιούνται οι διάφορες τεχνικές από διάφορους δασκάλους-βετεράνους, με αποτέλεσμα να έχουμε τις πρώτες σχολές. Στις σχολές αυτές τους πρώτους αιώνες ήταν σπάνιο να διδάσκεται μόνο Τζου-Τζούτσου. Συνήθως το Τζου-Τζούτσου ήταν ένα μέρος των πολεμικών τεχνών που διδάσκονταν, όπως ξιφασκία, δόρυ, τόξο κ.α..
Με τον καιρό όμως οι σχολές άρχισαν να ειδικεύονται περαιτέρω σε κάποιο κλάδο, με αποτέσεσμα να έχουμε σχολές με έμφαση στην ξιφασκία, στο δόρυ ή στο Τζου-Τζούτσου. Μερικές παλιές σχολές που έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα είναι: Τακενόουτσι Ρύου, Αράκι Ρύου, Γιαγκίου Σίγκαν Ρύου και Κουκίσιν Ρύου.
Τον δέκατο έκτο αιώνα στην Ιαπωνία, τερματίστηκαν οι εμφύλιες συρράξεις για τον έλεγχο της χώρας, με την ανάδειξη του τρίτου και τελευταίου ενοποιητή της Ιαπωνίας, Σογκούν Τογκουγκάβα Ιεγιάσου, οι σχολές πολεμικών τεχνών γνώρισαν μια νέα άνθηση. Σε αυτή την περίοδο που οι μάχες εκ παρατάξεως δεν ήταν πια μέρος της καθημερινότητας, άρχισε να δίνεται έμφαση στην αυτοάμυνα (καθώς και στην φιλοσοφία), απευθυνόμενη σε ανθρώπους που δεν έφεραν πανοπλία. Έτσι πολλές σχολές Τζου-Τζούτζου προσάρμοσαν τις τεχνικές τους σύμφωνα με τις επιταγές της συγκεκριμένης περιόδου. Αυτό όμως δεν σήμαινε πως θα ξεχνούσαν τις παλαιότερες τεχνικές (πάλη με πανοπλία, Γιορόι Κουμιούτσι, πάλη με ξιφίδιο, Τόριτε Κογκουσόκου κτλ). Οι τεχνικές αυτής της περιόδου χαρακτηρίζονται από ευρεία χρήση χτυπημάτων.
Το όνομα «Τζου-Τζούτσου» άρχισε να χρησιμοποιείται τον δέκατο έβδομο αιώνα, στην αρχή από λίγες σχολές. Με πάροδο του χρόνου όμως, κατέληξαν αρκετές διάσημες σχολές να χρησιμοποιούν αυτό το όνομα.
Τον δέκατο ένατο αιώνα έγιναν μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές στην Ιαπωνία. Η μεγαλύτερη ήταν η επαναφορά της εξουσίας στον αυτοκράτορα και ταυτόχρονη πτώση του σογκούν καθώς και κατάργηση της τάξης των Σάμουραι. Εξαιτίας του τελευταίου γεγονότος σε συνδυασμό με την τάση για εκσυγχρονισμό με βάση τα δυτικά πρότυπα, αρκετοί δάσκαλοι έκλεισαν τις σχολές τους και εργάστηκαν ως ιατροί, και άλλοι άρχισαν να επιδίδονται σε μάχες με στοιχήματα, έχοντας ως σκοπό το θέαμα. Αυτές οι μάχες για χρήματα ή μεταξύ των μαθητών διαφορετικών σχολών Τζου-Τζούτσου, τους έδωσε μία πάρα πολύ άσχημη φήμη, κάτι που προσπάθησε να εξαλείψει ο Τζιγκόρο Κάνο, ο ιδρυτής του Κόντοκαν Τζούντο.
Το Κόντοκαν Τζούντο που εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στην αρχή έγινε γνωστό σαν Κάνο-Ρύου Τζου-Τζούτσου και αργότερα σαν Τζούντο, το οποίο είναι άμεσος απόγονος του Τζου-Τζούτσου, το οποίο όμως ακολούθησε άλλη εξέλιξη, μέχρι που έγινε ολυμπιακό άθλήμα την δεκαετία του εξήντα.
Από το Κοντόκαν Τζούντο προέρχεται το βραζιλιάνικο Ζίου-Ζίτσου, μέσω του Μιτσούγιο Μαέντα, ο οποίος δίδαξε τον Κάρλος Γκρέισι στη Βραζιλία στις αρχές του 20 αιώνα.
Τεχνικές
Οι τεχνικές του Τζου-Τζούτσου χωρίζονται σε:
- Τεχνικές Πτώσεων (Ουκέμι Ουάζα)
- Τεχνικές Χτυπημάτων (Ατέμι Ουάζα)
- Τεχνικές Ρίψεων (Νάγκε Ουάζα)
- Τεχνικές Ανατροπών (Νάγκε Ουάζα)
- Τεχνικές Αντεπιθέσεων (Καέσι Ουάζα)
- Τεχνικές Κλειδωμάτων και Εξαρθρώσεων (Κανσέτσου Ουάζα)
- Τεχνικές Ακινητοποιήσεων (Οσαεκόμι Ουάζα)
- Τεχνικές Πνιγμών (Σίμε Ουάζα)
- Ανορθόδοξες Τεχνικές – Πιέσεις (πιέσεις ευαίσθητων σημείων, τσιμπήματα, δαγκώματα – Κιούσο)
- Τεχνικές Ανάνηψης (Kάππο)
Επίσης οι παραπάνω τεχνικές μπορούν να διαχωρισθούν, σε δύο μεγάλες κατηγορίες ανάλογα με το επίπεδο εφαρμογής τους, δηλαδή σε τεχνικές:
- Ορθής Πάλης-μάχης
- Πάλης Εδάφους
Οι τεχνικές διδάσκονται με την μορφή φόρμας που ονομάζεται Κάτα. Δεν πρέπει να συγχέονται τα Κάτα του Τζου-Τζούτσου, με τα Κάτα του Καράτε, διότι στο Τζου-Τζούτσου τα Κάτα πραγματοποιούνται με δύο ασκούμενους, με την μορφή μάχης με προκαθορισμένες τεχνικές, ενώ στο Καράτε τα κάτα γίνονται μέ έναν ασκούμενο, που εκτελεί σειρά προδιαγεγραμμένων τεχνικών, ενάντια σε υποθετικούς (φανταστικούς) αντιπάλους. Κάποιες σχολές έχουν στο πρόγραμμα τους εκτός από Κάτα και «ελεύθερη» προπόνηση (χωρίς όμως τις επικίνδυνες τεχνικές χτυπημάτων), που έχει ως στόχο την ενδυνάμωση του σώματος και εφαρμογή των τεχνικών με ρεαλιστικό τρόπο.
Σημαντικό μέρος της εφαρμογής των τεχνικών είναι το Κουζούσι ή αλλιώς η διαταραχή της ισορροπίας του αντιπάλου, με σκοπό την ρίψη του και εν συνεχεία την εξουδετέρωσή του. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω τεχνικών χτυπημάτων και ωθήσεων ή τραβηγμάτων, ως προς την κατεύθυνση της επίθεσης του ή αντίθετα από αυτή, με ταυτόχρονη εκμετάλλευση της ορμής του, αυτή είναι και η φιλοσοφία της τέχνης, η οποία άριστα περιγράφεται από το όνομά της, η οποία υπαγορεύει τον ευφυή χειρισμό του «αντιπάλου», παρά την άσκηση δύναμης, ευθέως προς αυτόν.
Παράλληλα με τις άοπλες τεχνικές, σε πολλές σχολές διδάσκονται και τεχνικές όπλων, όπως ξίφους, κονταριού (μπο), ράβδου (τζο, χάνμπο) καθώς και άλλων, οι οποίες πραγματοποιούνται σε άμεση συνεργασία με τις τεχνικές του Τζου-Τζουτσου (π.χ. αφοπλισμός ξίφους, χρήση μικρής ράβδου για την απόκρουση ένοπλου αντιπάλου και εν συνεχεία, καθήλωσή του).
Πέρα τις διάφορες τεχνικές στο Τζου-Τζούτσου, οι μαθητές διδάσκονται και συγκεκριμένες τακτικές μάχης, κατάλληλες για διάφορετικές περιστάσεις.
Κινησιολογία
Το Τζου-Τζούτσου χαρακτηρίζεται από φυσικές στάσεις και κινήσεις. Οι διάφορες κινήσεις εκτελούνται με φυσικό τρόπο συνοδευόμενες από κατάλληλη αναπνοή, έτσι ώστε να δίνουν την αίσθηση της ροής και της αρμονίας.
Σχεδόν πάντα, για οποιαδήποτε κίνηση χρησιμοποιείται το σώμα ολόκληρο σαν μία μονάδα, παρά σαν επιμέρους τμήματα.
Μέσα από τις πολλές τεχνικές και τακτικές που διατίθενται στον ασκούμενο, του δίνουν την δυνατότητα να προσαρμόσει την τέχνη ανάλογα με τον σωματότυπό του και τον χαρακτήρα του, επιλέγοντας τις κατάλληλες για τον εαυτό του και προσαρμόζοντάς τες ανάλογα. Αυτό είναι και το νόημα του Τζού, δηλαδή πως η τέχνη είναι ευμετάβλητη και προσαρμόσιμη, ανάλογα με τις περιστάσεις.
Λόγω των φυσικών κινήσεων και στάσεων, η μέση και τα γόνατα των ασκούμενων δεν καταπονούνται, με αποτέλεσμα η τέχνη αυτή να καθίσταται κατάλληλη για άτομα όλων των ηλικιών.
Επίπεδα
Υπάρχουν δύο συστήματα που δείχνουν το επίπεδο που βρίσκεται ο ασκούμενος στην τέχνη. Το πρώτο και κατά πολύ παλαιότερο, που χρησιμοποιείται ακόμα στις κλασσικές σχολές του Τζου-Τζουτσου, είναι το σύστημα Μένκυο, που σημαίνει «άδεια». Το δεύτερο είναι το σύστημα Κύου-Νταν, που τέθηκε σε εφαρμογή στο Κοντόκαν Τζούντο, από τον Τζιγκόρο Κάνο στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα (ήδη το σύστημα αυτό αξιολόγησης επιπέδου χρησιμοποιείτο στο ιαπωνικό σκάκι – γκο).
Τα επίπεδα στο σύστημα Μένκυο είναι:
- Οκουίρι – Εισαγωγή στην τέχνη. Διάρκεια: τέσσερα χρόνια το ελάχιστο
- Μοκουρόκου – Πιστοποιημένος/η με καταχώρηση στα επίσημα αρχεία της σχολής . Το Μοκουρόκου χωρίζεται σε δύο στάδια, το Σομοκουρόκου, η απλή καταχώρηση και το Γκομοκουροκου, που ο μαθητής θεωρείται έμπειρος. Διάρκεια: εικοσιπέντε με τριάντα χρόνια
- Μένκυο Κάιντεν – Άδεια απόλυτης μετάδοσης της τέχνης. Μετά από περίπου τριάντα χρόνια ο μαθητής πια είναι πιστοποιημένος δάσκαλος. Αυτό σημαίνει πως γνωρίζει όλες τις πτυχές της τέχνης, κατέχει αρχεία με τεχνικές και ενδεχομένως μυστικά (κούντεν), από τις τεχνικές , τους τρόπους διδασκαλίας, την φιλοσοφία και μπορεί να τις διδάξει.
Τα επίπεδα στο σύστημα Κύου-Νταν είναι:
Κύου – Τάξεις
- 10η – Τζουκύου (χαμηλότερη)
- 9η – Κυουκύου
- 8η – Χατσικύου
- 7η – Νανακύου
- 6η – Ροκκύου
- 5η – Γκοκύου
- 4η – Γιονκύου
- 3η – Σανκύου
- 2η – Νικύου
- 1η – Ικκύου (υψηλότερη)
Μετά το πρώτη τάξη, δηλαδή το Ικκύου, οι ασκούμενοι ακολουθούν το σύστημα Νταν.
Νταν – Επίπεδα
- 1ο – Σόνταν (χαμηλότερο)
- 2ο – Νίνταν
- 3ο – Σανταν
- 4ο – Γιόνταν
- 5ο – Γκόνταν
- 6ο – Ρόκουνταν
- 7ο – Νάνανταν
- 8ο – Χάτσινταν
- 9ο – Κούνταν
- 10ο – Τζούνταν (συνήθως υψηλότερο)
Σε πολλές σχολές, είναι διαδεδομένη η χρήση εγχρώμων ζωνών, ενδεικτικών της τάξης (Κύου) ή του επιπέδου (Νταν)