Ποδοσφαιρικός χρόνος αντίδρασης είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της παρουσίασης ενός ερεθίσματος και της έναρξης της απάντησης. Στον σπρίντερ  ενδιαφέρει πόσο γρήγορα απαντά  στον πυροβολισμό του αφέτη για την έναρξη της κίνησης του από τον βατήρα. Στον ποδοσφαιριστή ενδιαφέρει π.χ.  ο χρόνος που χρειάζεται για να εντοπίσει έναν συμπαίκτη ξεμαρκάριστο και να αρχίσει η διαδικασία της πάσας. Στις δύο περιπτώσεις έχουμε διαφορετικές πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία λήψης της απόφασης. Ο σπρίντερ δίνει απάντηση  πάντα στο ίδιο ερέθισμα ( εκπυρσοκρότηση ) και πάντα  προσπαθεί να βελτιώσει το χρόνο αντίδρασης. Ο ποδοσφαιριστής καλείται να δώσει απαντήσεις σε διάφορα ερεθίσματα. Ερεθίσματα που έχουν να κάνουν με αμυντικές και επιθετικές ενέργειες . Ο χρόνος συλλογής πληροφοριών είναι επίσης ένας χρόνος αντίδρασης. Τα ερεθίσματα τα οποία θα λάβει μπορεί να είναι,  άλλες φορές οπτικά , άλλες ακουστικά.

Οπτικά: Κίνηση μπάλας – συμπαίκτη – αντιπάλου – συνδυασμός κίνησης συμπαικτών-  συνδυασμός κινήσεις αντιπάλων- κίνηση  συμπαίκτη με την μπάλα,  που σημαίνει πότε θα  ξεκινήσω την κίνησή μου και πού- κίνηση  αντίπαλου με την μπάλα. κ.λ.π.

Ακουστικά: φωνή συμπαίκτη- προπονητή – ήχος της μπάλας όταν έρχεται σε επαφή με το πόδι προδίδει την ταχύτητα της μπάλας.

Άλλος είναι  ο χρόνος αντίδρασης όταν δεν έχω τη μπάλα στα πόδια και ξεκινώ  να τρέξω χωρίς αυτή και άλλος ο χρόνος αντίδρασης με την μπάλα (  είναι μεγαλύτερος από τον πρώτο )  γιατί πρέπει να υπάρχει σχέση μεταξύ ταχύτητας  και ακριβείας. Εδώ  έχουμε να κάνουμε και με γνωστική δεξιότητα όχι μόνο κινητική .

Στον παίκτη με την μπάλα ενώ πρέπει να δώσει πάσα,  υπάρχει χρόνος αντίδρασης με επιλογή γιατί υπάρχει πληθώρα από πιθανές ενέργειες και αυτός θα προτιμήσει μία. ( πάσα επιλογής )

Στους παίκτες με άριστη τεχνική που μπορούν να βρίσκουν χρόνο αλλά και χώρο για την μπάλα υπάρχει και ένας άλλος χρόνος αντίδρασης. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ ΜΕ ΔΙΑΚΡΙΣΗ. Είναι αυτός ο χρόνος όπου ο ποδοσφαιριστής, ενώ υπάρχουν ελεύθεροι παίκτες αυτός προτιμάει ένα συγκεκριμένο πάντα παίκτη. π.χ.  ένα χαφ που κινείται από πλάγια ή ένα σέντερ φορ που ξεκινάει μία κίνηση πίσω από τις πλάτες των αμυντικών και εκεί πρέπει να πάει η μπάλα. ( διακριτική πάσα )

Τέτοιος χρόνος αντίδρασης υπάρχει σε μία σέντρα από πλάγια όπου η μπάλα πρέπει να βρει το κεφάλι ενός συγκεκριμένου πάντα παίκτη, για να κάνει γκολ . Όταν εκτελείται  ένα κόρνερ, πολλοί βρίσκονται στην αντίπαλη περιοχή κάνουν διάφορες κινήσεις για να παραπλανήσουν, η μπάλα όμως θα πάει στο κεφάλι ή το πόδι προκαθορισμένου παίκτη.

Το χρόνο αντίδρασης τον χωρίζουμε επίσης σε:

  • Προκινητικό χρόνο: Είναι ο χρόνος που απαιτείται για να ληφθεί και να μεταφρασθεί το ερέθισμα,  να αναπτυχθεί  το σχέδιο δράσης και να μεταφερθεί η εντολή στους κατάλληλους μύες. Αυτός ο χρόνος είναι ο πλέον απαραίτητος στο ποδόσφαιρο.
  • Κινητικός χρόνος. Είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της στιγμής που θα πάει το ερέθισμα στους μύες και της έναρξης της κίνησης αυτών, των μυών. Με τη χρήση ηλεκτρομυογραφίας μπορούμε να μετρήσουμε στο εργαστήριο και τους δύο χρόνους. Ο πρώτος χρόνος είναι ο χρόνος γνωστικής δεξιότητας και ο δεύτερος ανήκει στις κινητικές δεξιότητες όπου δύσκολα μετράται. Έτσι από τον ολικό χρόνο αντίδρασης θα αφαιρέσουμε τον προκινητικό χρόνο και θα βρούμε τον κινητικό.

Η  συνθετότητα της κίνησης,  η ακρίβεια, τα χαρακτηριστικά του συμμετέχοντος μέλους,  επηρεάζουν το χρόνο λήψης απόφασης. Η καθυστέρηση έναρξης μιας κίνησης οφείλεται και στην καθυστέρηση της γνωστικής διαδικασίας , αλλά σχετίζεται και με την εκτέλεση της κίνησης,  δηλ.  μέγεθος του μέλους,  τύπος της μυϊκής ίνας ( λείες και ερυθρές μυικές ίνες ). Ο χρόνος που απαιτείται να εκτελεστεί μία κίνηση, επηρεάζεται  και από τα στάδια μεθόδευσης πληροφοριών: αναγνώριση ερεθίσματος,  επιλογή απάντησης , προγραμματισμό απάντησης,  από τον αριθμό των πιθανών απαντήσεων και από την ποιότητα της εξάσκησης για τη συγκεκριμένη δεξιότητα. Έτσι, ο προπονητής πρέπει να λαμβάνει υπ΄ όψιν την επιρροή όλων αυτών των στοιχείων κατά την ετοιμασία προπονητικών προγραμμάτων για να διευκολυνθεί η βελτίωση της μάθησης των κινήσεων.

Στο ποδόσφαιρο επίσης πρέπει να λαμβάνετε υπ’ όψιν σε συνδυασμό με τον χρόνο αντίδρασης και ο χρόνος κίνησης. Είναι ο χρόνος που μεσολαβεί από την έναρξη της κίνησης μέχρι τη λήξη της. Σ΄ αυτό το χρόνο βασικό ρόλο παίζει η ταχύτητα σε σχέση με την ακρίβεια. Αναφέραμε σε προηγούμενο κεφάλαιο τη σχέση ταχύτητας –  ακρίβειας. Για να πετύχει ένας ποδοσφαιριστής ακρίβεια στην τρίπλα ή το κοντρόλ της μπάλας πρέπει να ελαττώσει ταχύτητα. Πρέπει να υπάρχει ισορροπία μεταξύ ταχύτητας και ακρίβειας για να πετύχει ο στόχος του. Σε τέτοιου είδους δεξιότητες οι ( Stelmach, Strand, Inhott ) ερευνητές έδειξαν ότι οι αθλητές προγραμματίζουν ένα μέρος της κίνησης από πριν, και μετά προγραμματίζουν το υπόλοιπο μέρος,  αφού αυτή αρχίσει να εκτελείται και μάλιστα κυρίως σε σύνθετες κινήσεις,  με πολλά συνθετικά μέρη και διαρκεί περισσότερο από 500 msec.

Πόσες τέτοιες κινήσεις καλείται να κάνει ένας παίκτης σ΄ έναν αγώνα; Πόσες φορές πρέπει να ανταλλάξει την ταχύτητα με την ακρίβεια, πόσα τραγικά λάθη κάνουν ποδοσφαιριστές με μεγάλη ταχύτητα,  με ικανότητες έκρηξης,  επειδή δεν τους έμαθε ίσως  κανείς ότι πρέπει να ανταλλάξουν μέρος της ταχύτητάς τους με την ακρίβεια;

Το σύστημα  του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού συνδέονται μεταξύ τους για επίτευξη συνεργασίας και λύσης του κάθε κινητού προβλήματος. Πασχίζουν ώστε να οργανωθούν καλύτερα οι πολλοί βαθμοί ελευθερίας που είναι διαθέσιμοι στο ανθρώπινο σώμα ( του ποδοσφαιριστή ) για να επιτευχθεί μία κίνηση,  κάτι που θεωρείται δύσκολο.

Η εξάσκηση μέσα από πολλές επαναλήψεις κατά την προπόνηση,  και οι τακτικές και οργανωμένες προπονήσεις είναι το κλειδί της επιτυχίας για την μάθηση , αφού έτσι θα πετύχουμε να χαλιναγωγήσουμε εσωτερικές και εξωτερικές δυνάμεις που ενεργούν στο σώμα σε κάθε της κίνηση. Με την εξάσκηση μαθαίνουμε να περιορίζουμε ή να  ελευθερώνουμε διαθέσιμους βαθμούς ελευθερίας,  ανάλογα πάντα με τη δεξιότητα που καλούμαστε κάθε φορά να επιτύχουμε.

Ο ποδοσφαιριστής,  επειδή όλες αυτές οι δεξιότητες πρέπει να πετύχουν στο παιχνίδι , μέσα σε ένα περιβάλλον που συνέχεια μεταβάλλεται , με ταχύτητα και με ακρίβεια , πρέπει να αναπτύξει ένα δίκτυο στρατηγικών ανίχνευσης,  οι οποίες θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εξεύρεση δυναμικών λύσεων,  που θα συντονίζουν και θα ελέγχουν την κάθε κίνηση. Έτσι,  θα καθοδηγείται ο παίκτης μέσα σε αυτόν τον αντιληπτικοκινητικό χώρο εργασίας και θα είναι ικανός μέσα από αυτήν την εξερεύνηση την αντιληπτική, να αναπτύσσει επί τόπου την κατάλληλη λύση σ΄ οποιοδήποτε κινητικό πρόβλημα  προκύπτει . Έτσι, θα ανακαλύπτει κάθε φορά δυνάμεις επιπλέον,  που θα συμβάλλουν στην εξέλιξη των μορφών των κινήσεων του.

Για όλους αυτούς τους λόγους ο προπονητής πρέπει να καταρτίζει προγράμματα προπόνησης ποδοσφαιρικά και όχι στιβικά,   τουλάχιστον στις μικρές ηλικίες 8 έως 12 ετών,  για να διευκολύνονται οι παίκτες,  να αναπτύσσουν ένα δίκτυο αντιδράσεων , σε ερεθίσματα οπτικά και ακουστικά,  να μπορούν να λειτουργούν στο χρόνο αντίδρασης με επιλογή,  στο χρόνο αντίδρασης με διάκριση,  στον προκινητικό  χρόνο που είναι απαραίτητο στο παιχνίδι , να μπορούν να λειτουργούν  σε σύνθετες κινήσεις με ακρίβεια και σιγουριά,  να καλλιεργούν πάντα τις γνωστικές τους διαδικασίες,  να επιλέγουν και να προγραμματίζουν την κατάλληλη απάντηση. Να έχει δε κατά νου το χρόνο κίνησης και την σπουδαιότητά του στο ποδόσφαιρο,  ώστε να αναπτύσσει τις στρατηγικές ανίχνευσης των παικτών του,  για να μπορούν να δίνουν λύσεις επί τόπου στο κάθε πρόβλημα και εμπόδιο που προκύπτει και έτσι θα συμβάλλει στις άπειρες μορφές κίνησης των αθλητών του.

Καλυβιώτης Οδυσσέας, γυμναστής – προπονητής ποδοσφαίρου