Παρακολουθώ ποδόσφαιρο από τα πέντε μου. Όταν τα άλλα κοριτσάκια έπαιζαν με τις κούκλες τους, εγώ σουλατσάριζα έξω από το γήπεδο και έμπαινα κρυφά, μόνη μου να κάτσω στην κερκίδα να δω. Τι; Ιδέα δεν είχα τι έβλεπα, αυτό όμως που αισθανόμουν ήταν τόσο δυνατό που συνέχιζα για χρόνια να σουλατσάρω έξω από το γήπεδο και να μπαίνω μέσα για να…. ΔΩ!

Οικογενειακώς δεν είχαμε σχέση με τη στρογγυλή θεά. Ο πατέρας μου, ήταν φίλαθλος. Απλός. Κανένας από την ευρύτερη οικογενειά μου δεν έκανε καριέρα ποδοσφαιριστή. Κανένας, ποτέ δεν ασχολήθηκε με το σπορ.  Ως επίδραση πάνω μου συνεπώς, δεν υπήρχε.  Κανένας δεν με έσπρωξε. Ούτε ένας δεν θυμάμαι να με παρότρυνε. Εγώ. Κι ο εαυτός μου.

Όπου έπαιζε ποδόσφαιρο ήμουν εκεί. Στην γειτονιά; Στην τηλεόραση; Στο γήπεδο; Στις αλάνες; Εκεί. Δεν με ενδιέφερε ποιος έπαιζε. Και γιατί έπαιζε. Με ενδιέφερε που έπαιζε.

Με τα χρόνια άρχισα να μαθαίνω. Και έμαθα καλά. Ρωτώντας. Διαβάζοντας. Ψάχνοντας. Άρχισα να μπαίνω στο κλίμα. Να έχω άποψη. Να βλέπω το παιχνίδι εκτός από διασκεδαστικά, και με μία κριτική άποψη. Δεν μιλούσα γι’ αυτό. Ως γυναίκα, δεν μου επιτρεπόταν βλέπετε. Η άποψη μου ήταν πάντα η κατώτερη. Κι ας ήταν σωστή. Οι κανόνες κανόνες. ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ. Τους ακολουθούσα. Δεν με ενδιέφερε. (Λόγω αυτού, μερικές φορές, ακόμα τους ακολουθώ. Ακόμα, επιλέγω να μην πω την άποψή μου στον ευρύτερο κύκλο μου… κρίνοντας από το παρελθόν. Κάτι έχει μείνει από τότε. Φυσιολογικό..)  Πού και πού θύμωνα. Με ανθρώπους που ΔΕΝ ήξεραν το ποδόσφαιρο και είχαν και άποψη. Τουμπεκί, ψιλοκομμένο όμως. Δεν μ’ έπαιρνε. Τώρα απλά, γελάω. Με όλους αυτούς που προσπαθούν να κάνουν τον έξυπνο, ποδοσφαιρικά και… ΔΕΝ είναι.  Γιατί αν ήταν, το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο και το ποδόσφαιρο γενικώς θα ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό που βλέπουμε (ή ΔΕΝ βλέπουμε σήμερα).

Μπαίνοντας στο συνάφι, μου έφυγε όλος ο ρομαντισμός. «Πώς γίνεται, αυτό που λάτρευα να κρύβει τόση σαπίλα;..» Αναρωτιόμουν.  Το σύστημα είναι σκληρό, άκαρδο, γεμάτο συμφέρον, χρήμα, πολιτική. Στην αρχή νευρίασα. Μετά απομυθοποίησα. Ύστερα ξενέρωσα και στο τέλος συμβιβάστηκα. Αυτός δεν συμβαίνει σε όλους;

Μέσα σ’ αυτό το σύστημα γνωρίσα ανθρώπους που ασχολούνται χρόνια με αυτό που εγώ αγάπησα. Ανθρώπους διαφόρων ειδών. Τους χώρισα λοιπόν σε κατηγορίες. Άνθρωποι συμβιβασμένοι, που έμαθαν να βλέπουν τη μπάλα ως…. επάγγελμα.  Άνθρωποι κακοπροέρετοι που έμαθαν να εικοποιούνται τους καρπούς άλλων.  Άνθρωποι που  ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ κι όμως έχουν υψηλές θέσεις στις ομάδες με αποτέλεσμα η άποψή τους να μετράει και να αλλάζει δεδομένα. Άσχημο αυτό. Πώς θα προχωρήσουμε έτσι; Άνθρωποι αγαπητοί, αλλά αδύναμοι να αποφασίσουν. Άνθρωποι εγωιστές που το μόνο τους μέλημα είναι η προσωπική τους καταξίωση. Άνθρωποι πονηροί που ξέρουν πώς να μεταδίδουν την πονηριά και στο άθλημα.

Και τέλος, άνθρωποι αυθεντικοί, με αγάπη γι’ αυτό που κάνουν, με ανοιχτό μυαλό και τα μάτια μπροστά. Οι τελευταίοι είναι λίγοι. Αλλά είναι δυνατοί. Και αυτό μετράει. Ή, τουλάχιστον, ήταν δυνατοί, μέχρι να κουραστούν.  Σ’ αυτούς , όμως συνεχίζω να τοποθετώ τις ελπίδες μου, αυτοί με ενδιαφέρουν.

Κουράστηκα ν’ ακούω «στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο δεν υπάρχει γυρισμός». Γιατί δεν υπάρχει γυρισμός; Τα πάντα ανατρέπονται. Όχι από τη μια στιγμή στην άλλη. Χρειάζεται χρόνος, κόπος, υπομονή και επιμονή. Χρειάζεται αγάπη πάνω απ’ όλα. Τι έγινε; Την χάσατε;  Ή βρήκατε κάτι άλλο που αξίζει πιο πολύ από την αγάπη σε αυτό που κάνετε; Το χρήμα ίσως; Δεν ξέρω. Λέω…

Όλα κοντεύουν να σαπίσουν…. εκτός από ένα πράγμα. Το οποίο για μένα είναι αδιαπραγμέτευτο, αναμφισβήτητο και απόλυτο. Ένα πράγμα που έμεινε πίσω για λόγους…. που όλοι ξέρουμε καλά. Ένα πραγμα, που χωρίς αυτό, δεν μπορεί να υπάρξει ποδόσφαιρο. ΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ. Τα νέα παιδιά. Που ακόμα κρύβουν τον ρομαντισμό γι’ αυτό που κάνουν μέσα τους. Που ακόμα δεν έχουν πονηρευτεί. Που ακόμα είναι  αυθεντικά,  ηθικά και γεμάτα όρεξη να παίξουν μπάλα!  Που κλωτσάνε την μπάλα με τόσο πάθος και την ίδια στιγμή σου μεταφέρουν το μήνυμα «εγώ αγαπάω αυτό που κάνω και στο δείχνω. Εσύ;».

Εγώ εκεί θα πιστέψω. Και εκεί θα ελπίσω. Και από εκεί θα περιμένω. Να δω καλύτερες μέρες στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο. Δεν έχω και πολλές λύσεις. Διαλέγω λοιπόν την αγάπη προς τη Θεά. Την αυθεντική και ολοκληρωτική αγάπη προς τη Θεά Μπάλα. Και την βλέπω από αυτούς που αγωνίζονται, και πέντε έξι από έξω. Σ’ αυτούς θα ποντάρω.

Και για όλους αυτούς που άρχισαν να κουράζονται, παλεύοντας μάταια να σώσουν ότι μπορούν, η καλύτερη συμβουλή είναι του Καζαντζάκη:

«Να πεθαίνεις κάθε μέρα. Να γεννιέσαι κάθε μέρα. Ν’ αρνιέσαι ό,τι έχεις κάθε μέρα. Η ανώτατη αρετή δεν είναι να ‘σαι ελεύτερος, παρά να μάχεσαι για ελευθερία.  Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: «Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;» Πολέμα!».

Μαρία Πασχούλα