του Καλυβιώτη Οδυσσέα, γυμναστής – προπονητής ποδοσφαίρου

Στο ποδόσφαιρο για να μεθοδευτεί η μάθηση μιας άσκησης χρησιμοποιούνται τρεις φάσεις.

α) Προφορική ή γνωστική φάση

Εδώ ο προπονητής πρέπει να αναλύσει την άσκηση προφορικά, όπου η ανάλυση θα απαντά στα κυρίαρχα ερωτήματα των παικτών του,  που θα αφορούν την αναγνώρισή του σκοπού,  το τι να κάνει, ή να μην κάνει, πότε να το κάνει,  πώς να το κάνει, πού να το κάνει. Η επίδειξη,  πέρα από τις πληροφορίες είναι επιβεβλημένη. Οι οδηγίες πρέπει να είναι τέτοιες,  ώστε ο παίκτης να μεταφέρει πληροφορίες από προηγούμενες ασκήσεις στη συγκεκριμένη άσκηση. Ο ποδοσφαιριστής μέσα απ΄ αυτή την διαδικασία πρέπει να ανακαλύπτει αποτελεσματικές στρατηγικές για την απόδοσή του. Ο προπονητής πρέπει να διαθέτει ικανότητα λεκτική,  ανάλυση της άσκησης τονίζοντας τα βασικά της στοιχεία,  και ο ποδοσφαιριστής να διαθέτει ταλέντο στο να ακούει,  να αναλύει και να βαθαίνει στα κύρια σημεία αλλά και στις λεπτομέρειες της άσκησης.

β) Η κινητική φάση

Στη φάση αυτή πρέπει να αναπτυχθεί η άσκηση κινητικά,  αργά και να προχωρήσει η ανάπτυξή  της κομμάτι-κομμάτι μέχρι το τέλος. Ο παίκτης πρέπει να χτίζει κινητικό πρόγραμμα στη μνήμη του για να φέρει σε πέρας τις απαιτήσεις της άσκησης. Σε αυτή τη φάση πρέπει να αλλάξουν παράγοντες σχετικοί με αποτελεσματικά σχέδια κίνησης,  ώστε να έχουμε ικανοποιητική απόδοση στο χρόνο μιας προπονητικής μονάδας,  και ομαλοποίηση και σταθερότητα σε κάθε επανάληψη,  ώστε να ελαττώνεται το ενεργειακό κόστος της κίνησης. Εδώ αναπτύσσεται η πρόβλεψη κάνοντας τις κινήσεις πιο μαλακές και λιγότερο βεβιασμένες, με αποτέλεσμα η απόδοση και η ταχύτητα της σκέψης και της κίνησης να είναι σε ακραία όρια . Οι παίκτες πρέπει όταν εκτελούν την άσκηση να έχουν την ικανότητα κάθε φορά νοερά να τη μεταφέρουν μέσα σ’ ολοκληρωμένο παιχνίδι , ώστε όταν γίνεται το παιχνίδι να μπορεί να ενσωματωθεί και αυτή ή κομμάτια αυτής.

γ) Αυτόνομη φάση

Αυτή η φάση περιλαμβάνει κινήσεις που δεν χρειάζονται προσοχή,  έχουν αυτοματοποιηθεί τόσο τέλεια με την εξάσκηση στην κινητική φάση,  ώστε ο ποδοσφαιριστής έχει υποστεί πλέον μόνιμες αλλαγές. Ας σκεφτούμε μία λέξη οποιαδήποτε π.χ « γράφω»  αφού μάθαμε τα γράμματα της και το πώς γράφεται αυτή,  αφού τη γράψαμε πολλές φορές και την εμπεδώσαμε, δεν υπάρχει περίπτωση να την κάνουμε λάθος ή να γράψουμε ο αντί για α ή δ αντί για γ  η αλλαγή είναι πλέον μόνιμη. Αυτές οι αλλαγές που συμβαίνουν στους παίκτες συντελούν σ’  ένα ποιοτικό ποδόσφαιρο. Οι υψηλές δεξιότητες στο χειρισμό της μπάλας και των κινήσεων των παικτών με αυτή ή χωρίς αυτή,  συμβάλλουν,  να σκέφτονται πλέον στρατηγικές σ΄ έναν αγώνα ή πώς να αναπτύσσεται  η τακτική τέλεια σ΄ όλα τα παιχνίδια. Η φάση της αυτοματοποίησης συμβάλλει στο να καθορίζει ο παίκτης γρήγορα και με ακρίβεια όλες του τις κινήσεις. Ο παίκτης απελευθερώνεται και μπορεί να εκτελεί υψηλών απαιτήσεων γνωστικές δεξιότητες, γιατί η αυτοπεποίθησή του αυξάνεται υπερβολικά. Η βελτίωση στην απόδοση είναι αργή αλλά και η μάθηση απέχει από το τέλειο,  γιατί η απόδοση από ένα σημείο και μετά εξελίσσεται σιγά-σιγά,  και το τέλειο δεν έχει όρια. Οι παίκτες πρέπει να εργάζονται σκληρά όπως ένας αθλητής του ύψους,  που έπιασε το 2,32 μέτρα αλλά θέλει πολλή δουλειά και κόπο να ανεβάσει την απόδοσή του έστω ένα εκατοστό, αλλά και να μάθει ακόμα πολλά,  ώστε η απόσταση από το τέλειο να μικρύνει.

Τα κέρδη λοιπόν είναι:

Η βελτιωμένη αυτοματοποίηση

Η προοδευτικά ελαττούμενη φυσική και πνευματική προσπάθεια. Το βελτιωμένο στυλ του παίκτη ή της ομάδας και η καλή φόρμα του παίκτη, αφού σε πολλά στοιχεία της κινητικής δεξιότητας δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή.